Επιστολή προς το Ελληνικό Κοινοβούλιο για την κατάργηση συντάξεων ανασφάλιστων υπερηλίκων ομογενών
Κύριοι Βουλευτές,
Η Ένωση Ποντιακής Νεολαίας Αττικής λαμβάνει την πρωτοβουλία να απευθυνθεί Ενώπιόν Σας με αφορμή την επικείμενη ψηφοφορία των «προαπαιτουμένων» και την, μέσω αυτής, κατάργησης της (επανα)χορήγησης του κατώτατου συνταξιοδοτικού βοηθήματος μέσω ΟΓΑ, προς τους υπερήλικες ομογενείς συμπατριώτες μας.
Ως καλώς γνωρίζετε, στο πλαίσιο του «Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016», και συγκεκριμένα με το ν. 4093/2012, με συνοπτικότατες διαδικασίες, 42.000 υπερήλικες ομογενείς αποστερήθηκαν το ελάχιστο βοήθημα που λάμβαναν, χωρίς να υπάρξει η παραμικρή μέριμνα αποκατάστασής τους, μια περίοδος προσαρμογής ή, τουλάχιστον, κάποιο μέτρο υποβοήθησής τους. Η διακοπή του επιδόματος, δημιούργησε τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, ουσιαστικά πρόβλημα επιβίωσης, γιατί πέρα από τη διακοπή της μικρής, πλην όμως αναγκαίας οικονομικής ενίσχυσης που λάμβαναν, διεκόπη παράλληλα και η ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Έτσι, χωρίς το παραμικρό ίχνος κοινωνικής ευαισθησίας, η πλέον ευάλωτη πληθυσμιακή ομάδα, αυτή των υπερηλίκων, οδηγήθηκε για δύο και πλέον έτη στην πλήρη οικονομική εξαθλίωση.
Πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, ο νυν πρωθυπουργός κ. Α. Τσίπρας, δεσμεύθηκε ότι η «πιο μεγάλη αδικία που επέστησαν οι ομογενείς» θα αποκατασταθεί. Και πράγματι, οι ελπίδες των πενήτων γερόντων μας αναπτερώθηκαν, όταν πληροφορήθηκαν ότι υπήρξε νομοθετική μέριμνα για την αποκατάσταση της χορήγησης του κοινωνικού επιδόματος, μέσω ΟΓΑ. Συγκεκριμένα, ο ν. 4331/2015 ( ΦΕΚ Α’ 69), ο οποίος, στο άρθρο 31 έθετε τις προϋποθέσεις επαναχορήγησης του βοηθήματος, ύψους 260 €, ψηφίσθηκε, υπογράφηκε και δημοσιεύθηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως. Δυστυχώς, πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι από την υπογραφή, η Βουλή καλείται με την σημερινή ψηφοφορία να ακυρώσει, εν τοις πράγμασι, το περιεχόμενο του νόμου αυτού. Δηλαδή, καλείται να καταργήσει έναν νόμο που ψήφισε μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, πριν καν αυτός εφαρμοσθεί.
Δε θα σταθούμε στις διαψευσμένες ελπίδες μας, ούτε στον εμπαιγμό των ανθρώπων αυτών, που στην πιο ευάλωτη ηλικιακή τους φάση βρέθηκαν σε σημείο να απειλείται η ίδια η επιβίωσή τους. Θα παραθέσουμε, απλώς, κάποιες επισημάνσεις για να καταδείξουμε την αδικία που διαπράττεται εις βάρος των συμπατριωτών μας.
Κατ’ αρχάς, οι άνθρωποι αυτοί απλουστευτικά καλούνται ως «ανασφάλιστοι», γεγονός που δημιουργεί στρεβλές εντυπώσεις στην κοινή γνώμη. Οι περισσότεροι έχουν εργασθεί σκληρά στην ζωή τους και στήριξαν την οικογένειά τους σε καιρούς δύσκολους, ωστόσο σήμερα νιώθουν ότι αποτελούν φορτίο για τα παιδιά τους, καθώς δεν διαθέτουν ούτε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη αλλά ούτε και ένα ελάχιστο εισόδημα.
Στην πλειονότητά τους οι υπερήλικες, απλώς, δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις πλήρους συνταξιοδότησης. Βέβαια, η μη συμπλήρωση των απαιτούμενων ενσήμων για την θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν μπορεί να καταλογιστεί σε δική τους υπαιτιότητα. Αρκεί να αναλογιστούμε πόσο δύσκολη ήταν η περίοδος προσαρμογής και κοινωνικής ενσωμάτωσης, τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους στην Ελλάδα. Προκειμένου να διασφαλίσουν τα προς το ζην, για αυτούς και τις οικογένειές τους, έκαναν τα πάντα. Επιπλέον, το τελευταίο χρονικό διάστημα της ύφεσης, η οικονομική κρίση σε συνδυασμό με την ηλικία τους, τους απέκλεισε την όποια ευκαιρία να εργασθούν, προκειμένου να συμπληρώσουν τα απαιτούμενα ένσημα.
Επιπροσθέτως, η ίδια η «παλιννόστηση» είχε ως συνέπεια την απώλεια μεγάλου μέρους των δεδουλευμένων ενσήμων τους στις χώρες προέλευσής τους, χωρίς, φυσικά, οι ίδιοι να ευθύνονται. Σε αυτό το σημείο η ευθύνη βαραίνει την Πολιτεία, και τούτο διότι, ενώ για τους πολιτικούς πρόσφυγες υπήρξε νομοθετική μέριμνα και, μάλιστα, συνήφθη ειδική διακρατική συμφωνία με την πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. «για την ρύθμιση συνταξιοδοτικών και λοιπών κοινωνικοασφαλιστικών θεμάτων», δεν υπήρξε αντίστοιχη μέριμνα και για τους Πόντιους Ομογενείς. Ειδικότερα, με το άρθρο 1 του ν. 1539/1985 δόθηκε η δυνατότητα στους πολιτικούς πρόσφυγες, στους συζύγους και τους κατιόντες τους που έχουν επαναπατριστεί, να αναγνωρίσουν στους ελληνικούς ασφαλιστικούς οργανισμούς το χρόνο απασχόλησής τους στην αλλοδαπή. Παρόμοια διευρυμένη δυνατότητα για τους Ομογενείς δεν υπήρξε, έτσι εκείνοι στερήθηκαν τη δυνατότητα να αναγνωρίσουν τα δεδουλευμένα ένσημά τους.
Πλην όμως, το Κράτος δε μπορεί να τους αντιμετωπίζει ως πρόβλημα προς διεκπεραίωση, γιατί ο επαναπατρισμός δεν ήταν αυτόκλητος. Η Ελληνική Πολιτεία ήταν εκείνη που, λόγω των δύσκολων καταστάσεων που βίωναν οι ομογενείς στις πατρογονικές τους εστίες, εγγυήθηκε για την ασφάλειά τους και τους κάλεσε να έλθουν να εγκατασταθούν με τις οικογένειές τους στην Ελλάδα. Κάθε οικογένεια επένδυσε εκατομμύρια για το σκοπό αυτό. Οι παλιννοστούντες Πόντιοι με την παρουσία τους στον Ελλαδικό κορμό ενίσχυσαν δημογραφικά τις περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν και συνέβαλαν στην ανάπτυξη τους.
Επομένως, αναρωτιέται κανείς, υπήρξαν οι υπερήλικοι «ανασφάλιστοι» ομογενείς διαχρονικά ένα οικονομικό «βαρίδι» για το Κράτος, όπως κάποιοι επιθυμούν να τους παρουσιάσουν; Η απάντηση είναι ΟΧΙ! Η συνεισφορά τους είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη από το ελάχιστο μηνιαίο βοήθημα των 260 €. Τα χρήματα αυτά που αναλογούν σε κάθε έναν από τους δικαιούχους που τα στερήθηκαν, έχουν πληρωθεί από τον κάθε σκληρά εργαζόμενο Έλληνα, από τον ίδιο τον ομογενή, τα παιδιά και για τα χρόνια που έρχονται και από τα εγγόνια του. Αυτό σημαίνει ότι η αφαίρεση του επιδόματος από τους υπερήλικες, συνιστά κατάφορη υφαίρεση του μόχθου του κάθε Έλληνα Ποντιακής καταγωγής.
Το ζήτημα αγγίζει σύσσωμο τον ποντιακό χώρο, πέρα από ιδεολογικούς προσανατολισμούς, καθώς η κατάργηση του επιδόματος 260€ των υπερήλικων Ποντίων αποτελεί ύβρι για κάθε Έλληνα και Ελληνίδα Ποντιακής καταγωγής.
Κατόπιν των ανωτέρω, σας καλούμε να λάβετε υπ’ όψιν σας την παρούσα επιστολή και στην σημερινή ψηφοφορία να μην υπερψηφίσετε διάταξη που θα στερεί από τον Οικουμενικό Ελληνισμό που επέστρεψε στην προαιώνια Πατρίδα του το δικαίωμα στην αξιοπρεπή διαβίωση.
Για την Ε.ΠΟ.Ν.Α.
Ο Πρόεδρος Η Ειδική Γραμματέας
Αλέξανδρος Εφραιμίδης Αικ. Ν. Παναγιωτοπούλου